Μαρία Παναγιώτου: Η κατάργηση των ενόρκων θα είναι πλήγμα στη Δικαιοσύνη
Η συζήτηση για την τύχη των μικτών ορκωτών δικαστηρίων στην Ελλάδα, αναζωπυρώνεται κάθε τόσο, και ειδικά το τελευταίο χρονικό διάστημα, παρατηρούμε να πληθαίνουν, με προτάσεις και δημόσιες απόψεις υπέρ της κατάργησής τους, με το πρόσχημα του εκσυγχρονισμού, της χαμηλής ή και ανύπαρκτης νομικής γνώσης των ενόρκων, προσπαθώντας με αυτά τα σαθρά επιχειρήματα, να πείσουν τους έλληνες πολίτες ότι λόγω έλλειψης νομικών γνώσεων, ουσιαστικά δεν μπορούν να προσφέρουν και να αποδώσουν δικαιοσύνη και πως αυτή είναι αποκλειστική δουλειά των επαγγελματιών δικαστών.
Με το γάντι δηλαδή, μειώνουν και υποτιμούν τους πολίτες, χαρακτηρίζοντας τους ως άσχετους; ότι δεν είναι ικανοί; και εξαιτίας της ασχετοσύνης τους δεν εκδίδονται δίκαιες αποφάσεις;
Ωστόσο, η διατήρηση του θεσμού των μικτών ορκωτών δικαστηρίων, δεν είναι απλώς μια συντηρητική εμμονή σε μια παράδοση, αλλά μια βαθιά δημοκρατική και κατοχυρωμένη επιλογή, που εδράζεται από το ίδιο το Σύνταγμα της Ελλάδας βασισμένο στη λογική της λαϊκής κυριαρχίας, όπως τούτο αποτυπώνεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του Συντάγματος, όπου αναφέρει συγκεκριμένα ότι: Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
Όσοι τάσσονται υπέρ της κατάργησης των λαϊκών δικαστών από τα μικτά ορκωτά δικαστήρια, εννοούν ότι τάσσονται και κατά της λαϊκής κυριαρχίας;
Επιπλέον, το άρθρο 97 του Συντάγματος προβλέπει ρητά ότι τα κακουργήματα και τα πολιτικά εγκλήματα, δικάζονται από μικτά ορκωτά δικαστήρια. Η διάταξη αυτή, δεν είναι τυχαία, καθώς, κατοχυρώνει ότι για τα σοβαρότερα εγκλήματα που απασχολούν την κοινωνία, η κρίση δεν είναι έργο αποκλειστικά και μόνο των επαγγελματιών δικαστών, αλλά εμπεριέχει και τη φωνή του απλού πολίτη, δηλαδή του λαού.
Η συμμετοχή του απλού ανθρώπου στην απονομή της δικαιοσύνης, ενισχύει τη νομιμοποίηση των αποφάσεων και δίνει στη δικαιοσύνη έναν χαρακτήρα πραγματικά και ουσιαστικά δημοκρατικό.
Οι ένορκοι εκφράζουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα και προφανώς δεν είναι νομικοί, ούτε καλούνται να ερμηνεύσουν το δίκαιο με τεχνικούς όρους.
Βρίσκονται στα μικτά ορκωτά δικαστήρια για να εισφέρουν στο δικαστήριο την εμπειρία της κοινωνίας, την αντίληψη του μέσου ανθρώπου για το τι είναι δίκαιο και άδικο, για το τι συνιστά υπέρβαση ή δικαιολογημένη πράξη.
Οι ένορκοι στέκονται με υπευθυνότητα στον ρόλο τους, αφιερώνουν χρόνο και προσοχή, δεν αντιμετωπίζουν τη διαδικασία σαν ρουτίνα, σε αντίθεση με τον κίνδυνο επαγγελματικής μονομέρειας που μπορεί να αναπτύξουν οι τακτικοί δικαστές ή σε φασόν δικαστικές αποφάσεις που συχνά έχουμε δει.
Επιπλέον, οι ένορκοι δεν έχουν σταδιοδρομικές φιλοδοξίες ούτε υπηρεσιακές εξαρτήσεις.
Αποφασίζουν ελεύθερα, χωρίς τον φόβο των πειθαρχικών συνεπειών ή της κακής υπηρεσιακής αξιολόγησης, και αυτό ενισχύει την αίσθηση ανεξαρτησίας της απονομής της δικαιοσύνης.
Η παρουσία των ενόρκων λειτουργεί και ως αντίβαρο σε υποθέσεις με πολιτική διάσταση. Τα πολιτικά εγκλήματα, που στρέφονται κατά του πολιτεύματος ή της κρατικής εξουσίας, έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Αν τα δικάζουν αποκλειστικά επαγγελματίες δικαστές, μπορεί να δημιουργείται η εντύπωση ότι το κράτος δικάζει μόνο του τους αντιπάλους του.
Η συμμετοχή απλών πολιτών σε αυτές τις δίκες, θωρακίζει τη νομιμοποίηση της διαδικασίας και προστατεύει τη δημοκρατία από την καχυποψία.
Γι’ αυτό και το Σύνταγμα επέλεξε συνειδητά τον μικτό χαρακτήρα.
Όπως προείπα, οι αντίπαλοι του θεσμού, επικαλούνται την έλλειψη νομικής γνώσης των ενόρκων, την πιθανότητα να επηρεαστούν από τα μέσα ενημέρωσης ή και να τους κυριεύσει υπέρμετρα το συναίσθημα. Αυτές οι αδυναμίες, κάλλιστα μπορούν να αντιμετωπιστούν θεσμικά, με καλύτερη εκπαίδευση, σαφέστερες οδηγίες και ίσως με μία αλλαγή των κριτηρίων στην επιλογή των ενόρκων στους καταλόγους.
Όλα τα παραπάνω ανακυκλώσιμα υποτιμητικά για τους απλούς έλληνες πολίτες επιχειρήματα, που ακούμε κάθε τόσο, με απώτερο σκοπό τους την αναθεώρηση του Συντάγματος και την κατάργηση των μικτών ορκωτών δικαστηρίων, δεν συνιστούν σοβαρούς λόγους για να εκμηδενιστεί ένας θεσμός που λειτουργεί ως βασικό κανάλι συμμετοχής των πολιτών στη δικαιοσύνη.
Η κατάργηση των ενόρκων δεν θα έλυνε τα προβλήματα που επικαλούνται.
Εάν στο μέλλον τεθεί ζήτημα αναθεώρησης του Συντάγματος για την κατάργηση των μικτών ορκωτών δικαστηρίων, να είστε σίγουροι ότι θα αφαιρέσει από τη δικαιοσύνη, το πιο δημοκρατικό της στοιχείο.
Και αυτό, δεν είναι άλλο από τη λαϊκή κυριαρχία.
Η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο τεχνική εφαρμογή του νόμου, αλλά και κοινωνικό γεγονός, με πράξη που πρέπει να πείθει ότι απονέμεται δίκαια με τη συμμετοχή της κοινωνίας.
Οι μικτές συνθέσεις με επαγγελματίες και ενόρκους επιτυγχάνουν ακριβώς αυτό. Συνδυάζουν τη νομική εξειδίκευση με τη λαϊκή εμπειρία, την αντικειμενικότητα με την ανθρώπινη διάσταση η οποία είναι απαραίτητη σε μια Δημοκρατία.
Η κατάργηση των ενόρκων θα αποδυνάμωνε τη δημοκρατική νομιμοποίηση της ποινικής δικαιοσύνης και θα έστελνε το μήνυμα ότι η κοινωνία δεν έχει θέση στην απονομή του δικαίου για τα σοβαρότερα εγκλήματα.
Αντί να συζητούμε για την κατάργηση, πρέπει να αναζητήσουμε τρόπους βελτίωσης της λειτουργίας των μικτών ορκωτών δικαστηρίων, γιατί μόνο έτσι η δικαιοσύνη θα παραμείνει δικαιοσύνη του λαού και όχι αποκλειστικά του κράτους.
Εκτός κι αν θέλετε μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, να σας δικάζουν τα ρομπότ, χωρίς ίχνος ενσυναίσθησης, συνείδησης και ανθρωπιάς.
Μαρία Παναγιώτου Δικηγόρος Αθηνών και Γενική Γραμματέας του Πράσινου Κινήματος.
law-panagiotou.gr